Περιγραφή και ορισμός
Το σύνδρομο Jacobsen (JBS) είναι μια σπάνια χρωμοσωμική ανωμαλία η οποία αρχικά περιγράφηκε το 1973 και χαρακτηρίζεται από πολλαπλές συγγενείς ανωμαλίες και βαριά νοητική υστέρηση. 1 Προκύπτει από γονιδιακό έλλειμμα στο ακραίο τμήμα του μακρού βραχίονα του χρωμοσώματος 11 γι’ αυτό και ονομάζεται διαταραχή τελικής διαγραφής 11q. 2 , 3 Κλινικά, το JBS χαρακτηρίζεται από ενδομήτρια καθυστέρηση ανάπτυξης, η οποία συνεχίζει και μετά την γέννηση, ιδιάζουσα χαρακτηριστικά προσώπου (εξέχοντα μέτωπο, τριγωνοκεφαλία, ασυμμετρία προσώπου, υπερτελορισμό, βλεφαρόπτωση, επίκανθο, ευρεία ρινική γέφυρα, μικρή μύτη, στόμα σχήματος V, μικρά και με χαμηλή θέση αυτιά) και θρομβοπενία. Άλλες συχνές ανωμαλίες, συμπεριλαμβάνουν ανωμαλίες της καρδιάς, και των νεφρών, του σκελετικού συστήματος, του γαστρεντερικό σωλήνα, των γεννητικών οργάνων και του ΚΝΣ.
Επίπτωση
Περισσότερες από 200 περιπτώσεις JBS έχουν αναφερθεί μέχρι σήμερα στη βιβλιογραφία. Η συχνότητα εμφάνισης της νόσου εκτιμάται σε 1 /100.000 γεννήσεις 4 στο γενικό πληθυσμό και η αναλογία θήλυ/άρρενα έμβρυα είναι 2/1. 5
Αιτιολογία
Το JBS οφείλεται σε διαγραφή γενετικού υλικού, στο ακραίο τμήμα του μακρού βραχίονα του χρωμοσώματος 11. Η χρωμοσωμική περιοχή 11q23 περιλαμβάνει 342 γονίδια, ενώ η ελάχιστη περιοχή για τον φαινότυπο του συνδρόμου είναι η 11q24.1, η οποία περιλαμβάνει 174 γονίδια. Κάποια γονίδια αυτής της περιοχής συνδέθηκαν με τα φαινοτυπικά χαρακτηριστικά του JBS.
Κληρονομικότητα
Το JBS οφείλεται σε μερική διαγραφή στο μακρύ βραχίονα του χρωμοσώματος 11. Το μέγεθος της διαγραφής κυμαίνεται από 7-20 Mb, και εκτείνεται από την χρωμοσωμική περιοχή 11q23.3 προς το τελομερές. Η διαγραφή μπορεί να είναι σποραδική και να προκύψει de novo στο 85% των περιπτώσεων ή να οφείλεται σε μια μη ισορροπημένη μετάθεσης που είναι de novo ή κληρονομείται ως αποτέλεσμα μιας ισορροπημένης μετάθεσης στον ένα γονέα στο 15% των περιπτώσεων. 6 Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με μοριακό καρυότυπο.
Ανωμαλίες ανιχνεύσιμες μέσω υπερηχογραφίας
Οι διάφορες ανατομικές δυσμορφίες που παρατηρούνται σε έμβρυα με JBS μπορούν και ανιχνεύονται μέσω υπερηχογραφίας, λόγω του πλήθους των συστημάτων και των οργάνων που εμπλέκονται. Μεταξύ αυτών περιγράφονται οι ακόλουθες:
α) Συνήθη ευρήματα:
Κρανιοεγκεφαλικές ανωμαλίες
τριγωνοκεφαλία (τριγωνικού σχήματος μετωπιαία οστά, παρόμοια με εκείνα που απαντώνται σε ένα κρανίο σχήματος δίκην φράουλας)
μικροκεφαλία
υπερτελορισμός
εμβυθισμένη ρινική γέφυρα
μικρογναθία
διαμαρτίες διάπλασης των αυτιών
Καρδιακές ατέλειες
ελλείμματα διαφράγματος
Άκρα
συγκάμψεις των αρθρώσεων
Ανωμαλίες γεννητικών οργάνων
υποσπαδίας
κρυψορχία
Άλλα
υπολειπόμενη ενδομήτρια ανάπτυξη (IUGR)
β) Περιστασιακά ευρήματα:
Διάφορα
κοιλιομεγαλία
ολοπροσεγκεφαλία
αυχενική πάχυνση
σχιστία προσώπου
κλινοδακτυλία πέμπτου δακτύλου
ανωμαλίες νεφρών
Υπερηχογραφική διάγνωση
Η προγεννητική διάγνωση του JBS με βάση τα υπερηχογραφικά ευρήματα είναι σπάνια και μπορεί να τεθεί τυχαία έπειτα από αμνιοπαρακέντηση μόνο όταν αναζητούνται τα γενετικά αίτια αυτών των ευρημάτων. Κάποιες αναφορές περιγράφουν μεσοκοιλιακό έλλειμμα, διάταση καλυκικού συστήματος και μονή ομφαλική αρτηρία. 7 Το JBS μπορεί να εκδηλωθεί στις 18-20Wks μόνο με ήπια έως μέτρια κοιλιομεγαλία εγκεφάλου, 8 σχιστία προσώπου και υδρονέφρωση, 9 βραχύ βραχιόνιο και μηριαίο οστό. 10 Άλλες αναφορές περιγράφουν ένα πάσχον έμβρυο 20 εβδομάδων, το οποίο διαγνώσθηκε λόγω αυξημένου πάχους αυχενικής πτυχής, εξαιτίας του οποίου διενεργήθηκε γενετική αμνιοπαρακέντηση. 11
Διαφορική διάγνωση
Η διαφορική διάγνωση θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει άλλες χρωμοσωμικές ανωμαλίες καθώς και διάφορα σύνδρομα κρανιοσυνοστέωσης που παρουσιάζουν παρόμοια ευρήματα.
Α) Χρωμοσωμικές ανωμαλίες:
- τρισωμία 13 (Σύνδρομο Patau)
- τρισωμία 18 (σύνδρομο Edwards’) [κρανίο σχήματος δίκην φράουλας, IUGR, καρδιακές ατέλειες]
Β) Σύνδρομα κρανιοσυνοστέωσης:
- σύνδρομο Antley-Bixler
- σύνδρομο Apert
- σύνδρομο Carpenter
- σύνδρομο Saethre-Chotzen
- σύνδρομο Roberts
- σύνδρομο Proteus
Φυσική ιστορία και έκβαση
Η πρόγνωση εξαρτάται από τις υπάρχουσες ανατομικές ανωμαλίες. Τα έμβρυα με βαριές καρδιακές ατέλειες μπορεί να μην επιζήσουν σε ποσοστό 20% και πεθαίνουν κατά την διάρκεια των δύο πρώτων χρόνων της ζωής τους. Τα υπόλοιπα έμβρυα έχουν ήπια προς βαριά διανοητική υστέρηση και υποτονία, η οποία σχετίζεται με το μέγεθος της χρωμοσωμικής διαγραφής. Το προσδόκιμο επιβίωσης για τα επιζώντα έμβρυα είναι άγνωστο.