Στοιχεία ανατομίας
Ομφάλιος λώρος είναι ο αγγειακός μίσχος που ενώνει τον ομφαλό του εμβρύου με τον πλακούντα. Ο φυσιολογικός ομφάλιος λώρος περιέχει δύο αρτηρίες και μία φλέβα η οποία είναι κεντρικά τοποθετημένη σε σχέση με τις έκκεντρες αρτηρίες. Τα αγγεία αυτά του ομφάλιου λώρου περιβάλλονται από μία βλεννώδη ουσία, η οποία ονομάζεται ουσία Wharton. Ο ιστός αυτός είναι πλούσιος σε πολυσακχαρίτες, λειτουργεί σαν προστατευτικός μανδύας για τα αιμοφόρα αγγεία τα οποία είναι τυλιγμένα από παχύ στρώμα αμνιακού υμένα. Οι δύο ομφαλικές αρτηρίες και η φλέβα βρίσκονται ελικοειδώς περιτυλιγμένες μεταξύ τους, ώστε η φλέβα να περνάει ανάμεσα από τις αρτηρίες. Οι αρτηρίες έχουν μεγαλύτερο μήκος από την φλέβα, με μικρότερη όμως διάμετρο στον αυλό τους και εκφύονται από τις έσω λαγόνιες αρτηρίες του εμβρύου που η κάθε μια αιματώνει το μισό πλακούντα. Τα αγγεία που διαγράφονται στην εμβρυική επιφάνεια του πλακούντα, προέρχονται από τους μεσολάχνιους χώρους και αθροίζονται στο χοριακό πέταλο των κοτυληδόνων προς τα ομφαλικά αγγεία με τα οποία και τελικά συνδέονται.
Κόμβοι του ομφάλιου λώρου
Υπάρχουν περίπου 40 ελικοειδείς περιστροφές στον λώρο και κάποτε δημιουργούν αληθείς ή ψευδείς κόμβους. Η ομφαλική φλέβα τυλίγεται πιο εύκολα γύρω από τον εαυτό της και σχηματίζει τον ψευδή κόμβο, επειδή έχει λεπτότερα τοιχώματα και μικρότερη πίεση από τις αρτηρίες. Ο ψευδής κόμβος δεν εμποδίζει την κυκλοφορία του αίματος μέσα στην φλέβα οπότε δεν έχει καμιά δυσμενή επίδραση στο έμβρυο. Αν ο ομφάλιος λώρος είναι μακρύς, είναι πολύ πιθανό να περάσει μέσα από θηλιά και να σχηματίσει αληθινό κόμβο. Η κατάσταση αυτή σπάνια είναι απειλητική για το έμβρυο ενδομήτρια, επειδή ο ομφάλιος λώρος βρίσκεται αφενός σε τάση, και αφετέρου, επειδή περιβάλλεται από συνδετικό ιστό που του δίνει μια σκληρότερη σύσταση, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολος ο φραγμός των αγγείων.
Περιτυλίξεις
Στην γέννηση, ο ώριμος λώρος έχει μήκος συνήθως 50-100 εκ. και διάμετρο 1-2 εκ. Ένας λώρος με μήκος μεγαλύτερο από 100 έκ. θεωρείται μακρύς, ενώ όταν το μήκος του είναι μικρότερο από 50 εκ., θεωρείται βραχύς. Η περιτύλιξη του ομφάλιου λώρου γύρω από το έμβρυο μπορεί να έχει σαν αιτία το μεγάλο μήκος του. Μία περιτύλιξη συναντάται στο 21%, δύο στο 2,5% και τρεις στο 0,2% των τοκετών. Αν υπάρχουν τρεις περιτυλίξεις, ο ομφάλιος λώρος έχει μήκος μεγαλύτερο από 70 εκ.
Κυκλοφορία
Το οξυγονωμένο αίμα μεταφέρεται στο έμβρυο από τον πλακούντα μέσα από την ομφαλική φλέβα σε πληρότητα 80 %. Η ομφαλικές αρτηρίες περιέχουν αίμα φτωχό σε οξυγόνο (58%), εξαιτίας της ανάμειξής του με αποξυγονωμένο αίμα στις θέσεις: συκώτι, κάτω κοίλη φλέβα, δεξιό και αριστερό κόλπο, στην κατιούσα αορτή με τον αρτηριακό πόρο. Η πίεση στην ομφαλική φλέβα είναι 20 mmHg χωρίς να δίνει σφυγμό, ενώ στις αρτηρίες, η συστολική πίεση είναι 60 mmHg, η διαστολική 30 mmHg με σφυγμό και ισόχρονη με τους καρδιακούς παλμούς του εμβρύου. Μετά την γέννηση καθώς διακόπτεται η ροή του αίματος στον ομφάλιο λώρο, αποφράσσονται τα ομφαλικά αγγεία, και, από την απόφραξη της ομφαλικής φλέβας θα σχηματιστεί ο στρογγύλος στηρικτικός σύνδεσμος του ήπατος, ενώ από την απόφραξη του περιφερικού τμήματος των αρτηριών, οι πλάγιοι ομφαλοκυστικοί σύνδεσμοι στο έμβρυο.
Πρόσφυση του ομφάλιου λώρου
Ο ομφάλιος λώρος αρχίζει από το έμβρυο και καταλήγει στον πλακούντα. Το σημείο ένωσης με τον πλακούντα λέγεται πρόσφυση. Άν η πρόσφυση συμβεί στο κέντρο του πλακούντα ονομάζεται κεντρική, αν συμβεί στην περιφέρειά του, περιφερική, αν στα χείλη του, επιχείλια και, αν συμβεί πάνω στον αμνιακό σάκο, υμενώδης. Η επιχείλια και η υμενώδης έκφυση του πλακούντα θεωρούνται μη φυσιολογικές αφού σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο για το έμβρυο και μπορεί να προκαλέσουν ρήξη του ομφάλιου λώρου ή θρόμβωση. Αυτές θεωρούνται ότι εξελίσσονται κατά την διάρκεια της κύησης όσο ο πλακούντας αναπτύσσεται. Άν ο πλακούντας ατροφήσει από την μεριά που βρίσκεται ο έκκεντρος λώρος και αναπτύσσεται από την άλλη θα προκαλέσει παραχείλια έκφυση, ενώ αν ατροφήσει ακριβώς στο σημείο πρόσφυσής του στον πλακουντιακό ιστό, το ελεύθερο τμήμα του λώρου θα επεκταθεί προς τους υμένες. Στην επιχείλια πρόσφυση, το σημείο εισόδου του ομφάλιου λώρου απέχει 1 εκ. από το χείλος του πλακούντα, ενώ στην υμενώδη τα αγγεία προβάλλουν απευθείας από τους υμένες. Όταν τα αγγεία της υμενώδους έκφυσης επεκτείνονται εγκάρσια προς τον τράχηλο της μήτρας και κάτω από τους εμβρυϊκούς υμένες, ονομάζονται προδρομικά αγγεία και έχουν την τάση να εμφανίζουν μεγάλη αιμορραγία στον τοκετό.