Η δημιουργία του πλακούντα
Το πρώτο κύτταρο που προκύπτει από την ένωση του ωαρίου με το σπερματοζωάριο, 5 ημέρες μετά την γονιμοποίηση, εμπεριέχει 58 κύτταρα, ονομάζεται βλαστοκύστη και μοιάζει σαν σφαίρα. Το έμβρυο με την μορφή της βλαστοκύστης σε 6-7 ημέρες από την γονιμοποίηση θα εμφυτευτεί στην μήτρα. Στο στάδιο αυτό, συμβαίνει η πρώτη διαφοροποίηση στο έμβρυο, με την δημιουργία δύο κυτταρικών ομάδων: η έσω κυτταρική μάζα ή εμβρυοβλάστη, η οποία αποτελείται από πέντε κύτταρα και από όπου θα προκύψει το έμβρυο, και η έξω κυτταρική μάζα ή τροφοβλάστη που αποτελείται από 53 κύτταρα και από τη οποία θα σχηματιστούν ο πλακούντας και οι εμβρυϊκές μεμβράνες, καθώς είναι ο ιστός ο οποίος έρχεται σε άμεση επαφή με το ενδομήτριο, το εσωτερικό περίβλημα της μήτρας. Η πρόσδεση της βλαστοκύστης στο ενδομήτριο αρχικά είναι χαλαρή την 8η ημέρα, και, στην συνέχεια με την βοήθεια διαφόρων παραγόντων γίνεται περισσότερο στέρεα.
Μετά την φάση της στερεής πρόσφυσης ακολουθεί η φάση της διείσδυσης της βλαστοκύστης σε βαθύτερα στρώματα του ενδομητρίου και την 12η ημέρα-από την γονιμοποίηση-το ενδομήτριο επουλώνεται και καλύπτεται αρχικά από πήγμα ινώδους που στην συνέχεια επιθηλιοποιείται. Καμιά φορά το σημείο αυτό δεν επουλώνεται οπότε και αιμορραγεί, γεγονός που εμφανίζεται σαν κηλίδα αίματος από τον κόλπο (φαινόμενο Hartman). Από την άλλη μεριά η δομή και η λειτουργία του ενδομητρίου μεταβάλλονται έτσι ώστε να προσαρμοστούν στο νέο περιβάλλον της κύησης που ονομάζεται φθαρτοειδής αντίδραση ή φθαρτοποίηση. Αυτή, αρχικά αφορά μόνο το σημείο της εμφύτευσης, αλλά αργότερα επεκτείνεται σε όλο το ενδομήτριο.
Στην αρχή της 3ης εβδομάδας λαμβάνουν γένεση οι πρωτογενείς λάχνες οι οποίες αποτελούνται από ένα κυτταροτροφοβλαστικό μίσχο και από ένα συγκιοτροφοβλαστικό περίβλημα. Στο στάδιο αυτό η τροφοβλάστη δημιουργεί την χοριακή κοιλότητα μέσα στην οποία "πλέει" το έμβρυο (εξω-εμβρυϊκός χώρος). Το έμβρυο συνδέεται με την τροφοβλάστη μέσα από έναν συνδετικό μίσχο, τα κύτταρα του οποίου προέρχονται από το σπλαχνικό μεσόδερμα του λεκιθικού ασκού που αργότερα θα δημιουργήσει τον ομφάλιο λώρο. Στην συνέχεια οι λάχνες αυτές μετασχηματίζονται σε δευτερογενείς λάχνες και η συγκυτιοτροφοβλάστη διατείνεται, οι κενοί χώροι γεμίζουν με μητρικό αίμα και ονομάζονται μεσολάχνιοι χώροι. Το επόμενο στάδιο στην διαδικασία της πλακουντοποίησης αφορά την επικοινωνία των ελικοειδών αρτηριδίων με τους μεσολάχνιους χώρους-τριτογενής ή τελική πλακουντιακή λάχνη-την εγκατάσταση της εμβρυοπλακουντιακής αιματικής κυκλοφορίας, την ψευδοαγγειογένεση των ελικοειδών αρτηριδίων και τελικά την μετατροπή τους σε αγγεία μεγάλης διαμέτρου από την μία, και μικρών αντιστάσεων από την άλλη που εξασφαλίζει στο έμβρυο τελικά επαρκή παροχή οξυγόνου και θρεπτικών ουσιών, και ταυτόχρονα ιδανικό κανάλι αποβολής για τα τοξικά μεταβολικά προϊόντα στο αναπτυσσόμενο έμβρυο.
Η δομή του πλακούντα και η έκφυση του ομφάλιου λώρου
Ο πλακούντας παίρνει την τελική του μορφή μέχρι την 50η ημέρα από την γονιμοποίηση. Αφορίζεται από δύο πλευρές, αυτή που κοιτάζει προς το έμβρυο ονομάζεται εμβρυϊκή πλευρά καλύπτεται από το χοριακό πέταλο, ενώ στην μητρική πλευρά (κοιτάζει προς την μητέρα) καλύπτεται από το βασικό πέταλο του φθαρτού. Μεταξύ των δύο πετάλων και έπειτα από την διαδικασία της ψευδοαγγειογένεσης των ελικοειδών αρτηριδίων μέχρι την 225η ημέρα θα δημιουργηθούν 10-12 μεγάλοι κοτυληδόνες στον μεσολάχνιο χώρο, μετά, σταματάει ο κυτταρικός πολλαπλασιασμός ενώ συνεχίζει να αυξάνεται το μέγεθος του πλακούντα επειδή υπερτρέφονται τα κύτταρα αυτά. Στο τέλος της εγκυμοσύνης ο πλακούντας μοιάζει με ένα στρογγυλό δίσκο που έχει διάμετρο περίπου 15-25cm, πάχος 2-3cm και βάρος 500-600gr. Μετά την έξοδό του στο 3ο στάδιο του τοκετού κατά την υστεροτοκία στην μητρική όψη του πλακούντα αναγνωρίζονται εύκολα οι κοτυληδόνες, ενώ στην εμβρυική επιφάνεια είναι ορατά τα χοριακά αγγεία που συγκλίνουν και σχηματίζουν τον ομφάλιο λώρο. Το σημείο εκβολής του ομφάλιου λώρου από την εμβρυική επιφάνεια είναι συνήθως έκκεντρο, σπανιότερα προβάλει από το χείλος του πλακούντα (παραχείλιος) και πιο σπάνια εκπορεύεται από τους υμένες, οπότε και καλείται υμενώδης έκφυση του ομφάλιου λώρου. Η αρχική θέση του πλακούντα μπορεί να μεταβληθεί μέχρι την 32η εβδομάδα ιδιαίτερα αν αυτός εντοπίζεται κοντά στον τράχηλο.
Η λειτουργία του πλακούντα
Ο ρόλος του πλακούντα στην εξέλιξη της εγκυμοσύνης θεωρείται καθοριστικός και εκφράζεται μέσα από τις πολλές λειτουργίες του. Είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ μητρικής και εμβρυϊκής κυκλοφορίας. Οι ανταλλαγές θρεπτικών ουσιών και αερίων πραγματοποιούνται κατά μήκος μιας επιφάνειας 14 m2 στο τέλος της εγκυμοσύνης, η οποία αποτελείται από το τοίχωμα του ενδοθηλίου των τριχοειδών, το μήκος του οποίου εκτιμάται στα 50 km, εξασφαλίζοντας έτσι την αναπνοή και την διατροφή του εμβρύου. Η επιφάνεια αυτή είναι πολύ λεπτή (2-4 μm), λειτουργεί επιλεκτικά αφού επιτρέπει το πέρασμα στα μητρικά αντισώματα να διέλθουν τον πλακούντα και να μπουν στην κυκλοφορία του εμβρύου, για να το προστατέψουν, αφού το ανοσοποιητικό σύστημα είναι ανώριμο ακόμα και άρα το έμβρυο απροστάτευτο στους επίδοξους εισβολείς.
Ο πλακούντας αποτελεί φραγμό για τα περισσότερα παθογόνα βακτήρια. Ωστόσο το έμβρυο μπορεί να μολυνθεί από τοξοπλάσμωση, ελονοσία, σύφιλη, έρπητα, ερυθρά, HIV, παρβοϊό, αν προσβληθεί η μητέρα. Εύκολα επίσης μπορούν να διαπεράσουν τον πλακούντα ορισμένες τοξικές ουσίες όπως το οινόπνευμα, η νικοτίνη και τα οπιούχα.
Ο πλακούντας θεωρείται σαν ο μεγαλύτερος προσωρινός ενδοκρινής αδένας επειδή παράγει στεροειδείς και πρωτεϊνικές ορμόνες χρησιμοποιώντας πρόδρομες ουσίες που φτάνουν σε αυτόν από την μητέρα αλλά και το έμβρυο. Η προγεστερόνη είναι απαραίτητη για την ομαλή εξέλιξη της εγκυμοσύνης, αφού η εμφύτευση και η ανάπτυξη του φθαρτού απαιτούν την προηγούμενη εμπότιση του ενδομητρίου με προγεστερόνη, όπως και τα οιστρογόνα τα οποία εμπλέκονται στην διαδικασία της εμφύτευσης αυξάνοντας την μητροπλακουντιακή αιμάτωση. Η παραγωγή της προγεστερόνης και των οιστρογόνων μέχρι την 7η-8η εβδομάδα της κύησης υποστηρίζεται από το ωχρό σωμάτιο της κύησης, μετά τον ρόλο αυτό της σύνθεσή τους αναλαμβάνει ο πλακούντας.
Εμβρυϊκή κυκλοφορία
Το καρδιαγγειακό σύστημα του εμβρύου προέρχεται από το μέσο βλαστικό δέρμα και εμφανίζεται στο πρώτο μισό της 3ης εβδομάδας όταν οι θρεπτικές ανάγκες του εμβρύου δεν μπορούν να καλυφθούν από τη διάχυση. Το αίμα μεταφέρεται στο έμβρυο από τον πλακούντα μέσα από την ομφαλική φλέβα, έχει πλήρωση σε οξυγόνο 80%, επειδή ένα μέρος του οξυγόνου καταναλώνεται από τον μεταβολισμό του πλακούντα και ξανα-επιστρέφει για να ανανεωθεί μέσα από τις 2 ομφαλικές αρτηρίες. Η ομφαλική φλέβα και οι δύο ομφαλικές αρτηρίες συναποτελούν τα τρία αγγεία του ομφάλιου λώρου μέσα από τα οποία επικοινωνεί αρμονικά η εμβρυοπλακουντιακή μονάδα.